Project Description
Πρόλογος, πίνακας περιεχομένων και πληροφορίες για το βιβλίο
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ, 1880-1909
Εκδόσεις Εξάντας, 1977. 340 σελίδες (227 κείμενο + 30 Πίνακες + 83 σημειώσεις & βιβλιογραφία), 6 εκδόσεις και ανατυπώσεις.
Περιληπτική Περιγραφή
Πρόκειται για την διδακτορική διατριβή του συγγραφέα σε βελτιωμένη μορφή. (*) Το βιβλίο εκτείνεται στα πεδία της πολιτικής θεωρίας και της πολιτικής ιστορίας. Στο πρώτο πεδίο, εξετάζονται οι ερμηνείες των στρατιωτικών επεμβάσεων στην πολιτική, όσες είχαν έως τότε προταθεί στην διεθνή βιβλιογραφία (π.χ. Finer, Huntington). Το βιβλίο επικρίνει αυτές τις κατασκευές ως ανιστόρητες και θεωρητικώς ανεπαρκείς. Συγκεκριμένως υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να ερμηνεύσουν με πειστικό τρόπο ούτε τις μακροχρόνιες και διαρθρωτικές συνθήκες που ευνοούν τις στρατιωτικές επεμβάσεις ούτε τις ιστορικές μεταβολές των συνθηκών αυτών που ευνοούν την πτώση ή την ανατροπή των στρατιωτικών καθεστώτων. Στο δεύτερο πεδίο, εξετάζονται οι ερμηνείες που έχουν προταθεί για την ιστορική εξέλιξη της Ελλάδας έως τις αρχές του 20ού αιώνα και οι ειδικότερες ερμηνείες του στρατιωτικού κινήματος του 1909. Και απορρίπτονται τόσο οι σχηματικές μαρξιστικές ερμηνείες (π.χ., «αστική επανάσταση», ή «διαμάχη αστών-γαιοκτημόνων» κ.λ) όσο και οι συμβατικές ερμηνείες που παρουσιάζουν το κίνημα είτε ως φυσική απόληξη της ήττας του 1897 είτε ως διαμάχη στέμματος κομμάτων είτε ως αποτέλεσμα συμμαχίας αξιωματικών με αστικές αντιβασιλικές δυνάμεις. Το βιβλίο εντάσσει το κίνημα του 1909 στην δυναμική της ευρύτερης ιστορικής περιόδου 1880-1912 και αναζητά τα αίτιά του στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές που ανατρέπουν τις διαρθρωτικές αδράνειες όσες είχαν διαμορφωθεί κατά τον μακρό 19ο αιώνα.
(*) Οι πρώτες εκδόσεις (1977-1984) στηρίχθηκαν εκ παραδρομής σε χειρόγραφο που δεν περιλάμβανε όλες τις βελτιώσεις. Από την έκδοση του 1985 και ύστερα, όλες οι ανατυπώσεις περιέχουν την ίδια, βελτιωμένη μορφή.
Από τον πρόλογο της 1ης έκδοσης (1977):
Η εργασία αυτή είναι μια προσπάθεια να συγκεντρωθούν οι κατά τη γνώμη μου πιο σημαντικές ιστορικές πληροφορίες για το υπό έρευνα θέμα, και πάνω σ’ αυτήν τη βάση να ερμηνευθούν συνθετικά οι κοινωνικές μεταβολές στην Ελλάδα του 1880-1910 και οι σχέσεις τους με το κίνημα του 1909.(…)
Στο κείμενό μου αποφεύγονται, όσο γίνεται, οι ειδικευμένοι όροι, και πολλά επιχειρήματα είναι απλά διατυπωμένα. Στις υποσημειώσεις υπάρχουν ορισμένες πληροφορίες και παραπομπές που είναι ίσως γνωστές στον ειδικό και μπορεί επομένως να του φανούν περιττές. Δεν γινόταν αλλιώς, γιατί απλούστατα η εργασία αυτή δεν απευθύνεται μόνο σε ειδικούς. Από την άλλη μεριά, ο αναγνώστης θα μου συγχωρέσει που δεν θέλησα να προχωρήσω ένα βήμα πιο πέρα και να «αραιώσω» κάπως το κείμενό μου. Έχω μια προκατάληψη ενάντια στα πολλά λόγια και αγαπώ τα κείμενα πού κάθε λέξη τους έχει ένα λόγο ύπαρξης. Άλλωστε και ο αναγνώστης, παρόλο που χρειάζεται περισσότερη συγκέντρωση διαβάζοντας ένα λιγόλογο επιχείρημα, μπορεί τουλάχιστον να ελέγξει ευκολότερα την ορθότητά του.(…)
Από τον πρόλογο της 3ης έκδοσης (1985):
Μιά τρίτη έκδοση υποχρεώνει τον συγγραφέα σε ορισμένες διευκρινίσεις προς το κοινό που την επιτρέπει. Θα αρχίσω από την πιο αυτονόητη. Σήμερα, (*) όπως είναι φυσικό, δεν συμφωνώ πλέον με ορισμένες απόψεις αυτού του βιβλίου, μεθοδολογικές, θεωρητικές ή πραγματολογικές. Κατά την οκταετία που πέρασε από την πρώτη έκδοση, η έρευνά μου σε πρωτογενείς πηγές επέτρεψε νέες, πληρέστερες προσεγγίσεις. Άλλωστε στην ίδια περίοδο η ελληνική ιστοριογραφία, περνώντας σε μια νέα φάση της δικής της ιστορίας, άρχισε να δημιουργεί τη βιβλιογραφική εκείνη υποδομή πού, ακριβώς, έλειπε στα 1970. Αν υπήρχε έκτοτε μιά τέτοια υποδομή, φυσικά, θα είχε επιτρέψει ή μάλλον επιβάλει ένα βιβλίο διαφορετικό, έστω και αν επρόκειτο για πρωτόλειο.
Ωστόσο, οι σημερινές μου επιφυλάξεις δεν αποκλείουν την επανέκδοση. (*) Πιστεύω ότι μιά κριτική ανάγνωση του βιβλίου μπορεί να αμβλύνει ορισμένα ελαττώματα της επιχειρηματολογίας του, να διακρίνει π.χ. σαφέστερα τη διαφοροποίηση των μεγαλοαστικών από τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα, να μην υποτιμήσει υπερβολικά την ποσοτική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στον 19ο αιώνα, ν’αποφύγει μια βουλησιοκρατική θεώρηση του ρόλου των κοινωνικών ομάδων και τάξεων. Γενικότερα, πάντως, νομίζω ότι ευσταθούν ακόμη αρκετές από τις συνεισφορές αυτού του βιβλίου, τόσο στη θεώρηση της νεοελληνικής ιστορίας, όσο και σε ζητήματα μεθοδολογίας.
(*) Υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για το 1985.